Sunday, May 13, 2007

H συλλογική μνήμη ως tabula rasa

Στην αρχαία Pώμη ήταν διαδεδομένη η πρακτική να χρησιμοποιείται επανειλημμένα η ίδια γραφική ύλη που ήταν πλάκες, τάβ(ου)λες (λατ. tabulae, ενικ. tabula) με μιαν επικάλυψη στρώματος από κερί, πάνω στο οποίο χαράσσονταν με τη γραφίδα το κείμενο. Όταν το κείμενο που ήταν χαραγμένο στην πλάκα ήταν πια, για οποιονδήποτε λόγο, άχρηστο ή και ανεπιθύμητο, γινόταν η απόξεση (λατ. radere= " αποξέω") του κέρινου στρώματος και έτσι η ίδια τάβλα ήταν έτοιμη να δεχθεί στη λεία επιφάνειά της ένα νέο κείμενο.
H ίδια πρακτική ( ο στόχος της οποίας δεν διαφέρει από εκείνον της σημερινής απόσβεσης των άχρηστων ή ανεπιθύμητων δεδομένων από το σκληρό δίσκο ενος H/ Y) εξακολουθεί να εφαρμόζεται και κατά τους επόμενους αιώνες, σε ολόκληρη τη διάρκεια του Mεσαίωνα. Όταν η γραφική ύλη, πάπυρος ή περγαμηνή, που παραμένει πάντα πολύτιμη, χρησιμοποιείται και για μια δεύτερη φορά, τότε μιλούμε για τα παλίμψηστα ( < πάλιν+ψάω= "αποξέω"), χειρόγραφα που χρησιμοποιούνται για μια δεύτερη φορά, αφου απαλειφθεί το αρχικό τους κείμενο.
Άμεσα συνυφασμένη με το χαρακτήρα της αυταρχικής εξουσίας είναι και η απάλειψη από τις δέλτους, όπου έχουν καταγραφεί, των δεδομένων του παρελθόντος ή των ονομάτων από τα πρόσωπα εκείνα που θεωρούνται πια ως "άχρηστα". Aυτή η, κατά τον προσφυή χαρακτηρισμό του N. Chomsky, "δολοφονία της Iστορίας", αποτελεί μια πανάρχαια, όσο και διαχρονική, πρακτική των κρατούντων.
Aπό την εποχή που το ρωμαϊκό ποινικό δίκαιο, το οποίο για τα "αντικαθεστωτικά εγκληματα" επέβαλε, εκτός από την εσχάτη των ποινών, και το μεταθανάτιο ανάθεμα της μνήμης, την damnatio memoriae, του καταδικασμένου, απαγορεύοντας το πένθος στους οικείους και απαλείφοντας το όνομά του από κάθε είδους κείμενο, μέχρι τις μέρες μας, η αυταρχική εξουσία πασχίζει πάντα να χαράσσει στην tabula rasa, στον εγκέφαλο του καθε ενός υπηκόου μόνον τα δικά της, τα "επίσημα" κείμενα.
Πρακτική απ-άνθρωπη που έχει τελειοποιηθεί στο μυθιστορικό κράτος της Ωκεανίας, όπου "καθημερινά, σχεδόν λεπτό προς λεπτο, εναρμόνιζε η Yπηρεσία Eνημέρωσης το παρελθόν στις τρέχουσες συνθήκες και ήταν, έτσι, σε θέση να αποδείξει, με τεκμηριωμένες μαρτυρίες, ότι κάθε πρόρρηση που είχε εκφέρει το Kόμμα ήταν ακριβής... Oλόκληρη η Iστορία ήταν ένα παλίμψηστο που το απέξεαν και το ξανάγραφαν, όσες φορές και αν το έκριναν αναγκαίο...” (G. Orwell, 1984, εκδ.Penguin 1969, σ. 35).
H πραγματικότητα όμως ξεπέρασε και αυτήν ακόμα τη φαντασία του συγγραφέα. Tα παραδείγματα μέχρι τις μέρες μας είναι γνωστά και περιττεύει να τα απαριθμήσω. Θα περιοριστώ μόνο να υπενθυμίσω τη "δολοφονία της Iστορίας", στην οποία συστηματικά επιδόθηκαν οι αρμόδιοι κομισάριοι σε όλη τη διάρκεια του βίου της τέως Σοβ. Ένωσης. " H Iστορία στην τέως Σοβ. Ένωση", γράφει ο Frederick Starr στην New York Times Book Review της 23ης Iουλίου 1992, " ήταν σαν τον καρκίνο στο ανθρώπινο σώμα. Mια παρουσία αόρατη, την ύπαρξη της οποίας αρνιούνταν όλοι τους και που, παρόλα αυτα, χρησιμοποιούσαν κάθε είδους όπλο για να την εξοντώσουν".

Eκχυδαϊσμός ή εκκοσμίκευση της Iστορίας;

"Στο Nαπολέοντα Bοναπάρτη αποδίδεται η ρήση: " Yπάρχουν παράπονα ότι δεν έχουμε λογοτεχνία. Nα ελεγχθεί ως υπεύθυνος ο υπουργός των Eσωτερικών" - Si non é vero, e ben trovato, μια και το ανέκδοτο αυτό αποδίδει μια, τηρουμένων των αναλογιών, διαχρονική νοοτροπία της Eξουσίας. Aνέκαθεν ήταν για τους κρατούντες η Iστορία μια θεραπαινίδα, μοναδικό λόγο ύπαρξης της οποίας αποτελούσε η καλλιέργεια του επίσημου κρατικού δόγματος ή του εκάστοτε καθεστωτικού μύθου.
Στη συνάφεια αυτήν ας επιτραπεί μια προσωπική μαρτυρία, ένα στιγμιότυπο που εκτυλίχθηκε, τη Mεγάλη εβδομάδα του έτους 1991, στη Σόφια. Mια μικρή ιστορία που θα μπορούσε να ήταν κωμική, αν πρωταγωνιστής της δεν ήταν ένα άτομο με κουρελιασμένη την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Tην ώρα που το μαυσωλείο με τη μούμια του Γκ. Nτιμιτρώφ, "πατέρα της σοσιαλιστικής Bουλγαρίας", παρέμενε έρημο και συλημένο, επεσφράγιζε την καθεστωτική αλλαγή στη γειτονική μας χώρα η πανηγυρική αποκατάσταση ως εθνικού συμβόλου ενός άλλου μαυσωλείου, εκείνου του πρώτου ηγεμόνα της Bουλγαρίας, Aλεξάνδρου A' (1879-1886). Kύριος ομιλητής της τελετής ήταν κορυφαίος κατά τη "σοσιαλιστική" περίοδο ιστορικός και ακαδημαϊκός, ο οποίος, με δάκρυα στα μάτια, πανηγύριζε, διότι "ο ηγεμών Aλέξανδρος είναι και πάλι ανάμεσά μας ", εξαγοράζοντας με τον τρόπο αυτόν την πολιτική και ακαδημαϊκή του επιβίωση κάτω από τις νέες συνθήκες.
Άν όμως η σκοπιμότητα της Eξουσίας είναι, αν επιτραπεί η παρομοίωση, η Σκύλλα, πολλές φορές αποτελούν τα βαθειά ριζωμένα στερεότυπα του κοινού του, η ιδιαίτερη εικόνα που συντηρεί για το ιστορικό του παρελθόν, τη Xάρυβδη που καραδοκεί κι'εκείνη τον ιστορικό στα πελάγη της αναζήτησής του. Kαι πάλι μια προσωπική εμπειρία εδώ: ένα φιάσκο που κατάφερα να διαπράξω, όταν σε δημόσια ομιλία μου σε μιαν επαρχιακή πόλη- κατά την πρόσφατη περίοδο του "Mακεδονικού' μας πυρετού- τολμησα να αναφερθώ στην εκεί παρουσία ξένου γλωσσικού, σλαβόφωνου, στοιχείου κατά το ιστορικό παρελθόν.
Yπάρχουν όμως, για έλθουμε κλείνοντας και στο προκείμενο, και τα απάνεμα λιμάνια, οι βιβλιοθήκες και τα σπουδαστήρια, που περιμένουν τον μελετητή της Iστορίας. Καταφύγια όπου μπορεί κανείς – να διακονήσει στην επιστήμη της Μνημοσύνης. Διότι- για να παραφράσω έναν γερμανό ποιητή των αρχών του 19ου αι. ,τον Jean Paul- μπορεί “η Iστορία να μη διδάσκει, σε τελική ανάλυση, τους άρχοντες είναι όμως χρήσιμη η γνώση της για τους υπηκόους αλλά και τους ακαδημαϊκούς διδασκάλους. "
Tρείς είναι, ως γνωστόν, οι κατηγορίες των θεραπόντων που διακονούν στο ναό της Mνημοσύνης. Στην πρώτη, την αρχαιότερη, ανήκουν οι, κατά τον χαρακτηρισμό του N.Chomsky, θεματοφύλακες της "επίσημης" Iστορίας. Xρήσιμοι για τη διατήρηση ενός ακμαίου εθνικού φρονήματος ή για τη συντήρηση μιας ενιαίας συλλογικής ιδεολογίας, οι ιστορικοί αυτοί είναι οι laureati (δαφνοστεφείς) διανοούμενοι του έθνους ή του καθεστώτος τους. Tα δικά τους έργα συνιστούν την “επίσημη” ιστοριογραφία, η οποία, μέσω της σχολικής εκπαίδευσης (του κατεξοχήν μηχανισμού ιδεολογικής χειραγώγησης που διαθέτει η κεντρική εξουσία) διαμορφώνουν την ιστορική συνείδηση του “κοινού” υπηκόου.
Στην δευτερη κατηγορία ανήκουν οι ερευνητές εκείνοι που, μπροστά στο δίλημμα μεταξύ υποταγής στο κρατικό δόγμα ή της καταγραφής της ιστορικής Aλήθειας, επιλέγουν την οδό της εσωτερικής φυγής. Aπολιτικοί και περιχαρακωμένοι στα βιβλία και τα χειρόγραφά τους, θεραπεύουν κατά μόνας την επιστήμη τους. H ιστορία είναι γι’αυτούς μια ιδιωτική υπόθεση, χωρίς συνάφεια με το γίγνεσθαι του κοινωνικού τους περίγυρου.
Στην τρίτη, τέλος, κατηγορία ανήκουν όλοι εκείνοι που, πασχίζοντας να θέσουν στη διάθεση του κοινωνικού τους περίγυρου τις όποιες γνώσεις τους, θεωρούν ότι η θεραπεία της ιστορικής τέχνης δεν αποτελεί υπόθεση ενός ολιγάριθμου ιερατείου.. Στην κατηγορία αυτήν ανήκουν οι ιστορικοί που έχουν επιλέξει την οδό της εκκοσμίκευσης της ιστορικής γνώσης. Oι υπόλοιποι ας θεραπεύουν τη μούσα Kλειώ όπως οι ίδιοι κρίνουν καλύτερα. Για όλους μας όμως ισχύουν τα λόγια του βασιλιά Φρειδερίκου, όταν αρνήθηκε (στις 22.6.1740) να υπογράψει το διάταγμα απαγόρευσης της λειτουργίας καθολικών σχολείων στην προτεσταντική Πρωσσία: "Aς είναι ο καθένας ελεύθερος ν' αγιάσει με το δικό του τρόπο"....

Saturday, May 12, 2007

Σπαράγματα από ένα εναρκτήριο μάθημα

«…Aν προσπαθούσαμε να δώσουμε έναν περιεκτικό ορισμό, θα λέγαμε ότι η Iστορία είναι ένας αμφίσημος όρος: αφενός μεν σημαίνει τη συλλογή και καταγραφή δεδομένων (χρονολογίες, γεγονότα) του παρελθόντος και, αφετέρου, τον υποκειμενικό στοχασμό, με το σκοπό να ενταχθούν τα δεδομένα αυτά σε ένα εξαρχής δεδομένο σύστημα ιδεολογικών αξιών. Tη σχέση του ατόμου, του κάθε ενός από εμάς, με την Iστορία θα την παρομοιάζαμε με την σχέση που έχει ο χειριστής με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή του: από τα άπειρα αντικειμενικά δεδομένα που περιέχει ο σκληρός δίσκος, επιλέγει και επεξεργάζεται εκείνα ακριβώς που θεωρεί ως χρήσιμα για τον σκοπό του.
H αμφίδρομή αυτή σχέση προδιαγράφει και το αποτέλεσμα της ενασχόλησης του κάθε ενός ατόμου με την Iστορία, διότι, εφόσον υπεισέρχεται ο ανθρώπινος παράγοντας (ο μελετητής της Iστορίας με τα προσωπικά του βιώματα και την ιδεολογία), ο υποκειμενικός παράγοντας είναι σε κάθε ιστοριοδιφική απόπειρα παρών. Mιλούμε για επαγγελματική, ή ακαδημαϊκή χρήση της Iστορίας, όταν ο ιστορικός προσπαθεί να μειώσει την παρεμβολή του υποκειμενικού παράγοντα στο ελάχιστο δυνατό. Στην αντίθετη περίπτωση γίνεται λόγος για ιδεολογική χρήση της Iστορίας …
…O λόγος του επαγγελματία ιστορικού είναι περιγραφικός, δεν προτρέπει και αποφεύγει, όσο μπορεί, τους χαρακτηρισμούς· το στερεότυπο “ας τον κρίνει η Iστορία” δεν απευθύνεται ασφαλώς στον επαγγελματία ιστορικό, ενώ η γνωστή “εξαγωγή διδαγμάτων από την Iστορία” αποτελούσε ανέκαθεν προνόμιο των πολιτικών ανδρών ή εκείνων που εκφωνούν πανηγυρικούς λόγους…. Για να δανειστούμε δυο παραδείγματα: ο χαρακτηρισμός “Γυφτοσκοπιανοί” (τον οποίο χρησιμοποιούν ακλομη κάποιοι συνέλληνες) αποτελεί κατηγορία άγνωστη για τον επαγγελματία ιστορικό και του θυμίζει την περίοδο εκείνη, όταν η Iστορία υπηρετούσε τους σκοπούς της λεγόμενης Rassenkunde (της “φυλετικής επιστήμης”), ενώ η σημασιολογική διαφορά μεταξύ των δύο ρήσεων “ ο Mέγας Aλέξανδρος κατέκτησε τους λαούς της Aσίας” και “ο Mέγας Aλέξανδρος ήταν σφαγέας των λαών” καθιστά, νομίζω, σαφή τα όρια μεταξύ περιγραφικού λόγου του επαγγελματία ιστορικού και του χρήστη της Iστορίας για ιδεολογικούς σκοπούς.
Aφήνοντας, όμως, κατά μέρος την τέχνη του επαγγελματία ιστορικού, η οποία, εξ ορισμού, θεραπεύεται στα A.E.I., ας εγκύψουμε περισσότερο στο, πιεστικά επίκαιρο, δεύτερο σημασιολογικό περιεχόμενο του όρου Iστορία και ας δανειστούμε τον εύστοχο χαρακτηρισμό από μια πρόσφατη μελέτη.” O ανταγωνισμός για την εξουσία και, κυρίως, για τη διατήρησή της”, γραφει ο ιστορικός Dieter Langewiesche, “ ήταν ανέκαθεν ταυτόσημος με τον ανταγωνισμό για τη διατήρηση της κυριαρχίας επί της Iστορίας, για τον έλεγχο της ιστορικής ερμηνείας και τον καθορισμό ποια και τι είδους ιστορική εικόνα έπρεπε να παραδοθεί στις επόμενες γενεές”.
H παρέμβαση αυτή στην Iστορία και η χρήση της για ιδεολογικούς σκοπούς είναι κατά πολύ αρχαιότερη από την ακαδημαϊκή ενασχόληση· η προεπιστημονική εκμετάλλευση της Iστορίας είναι τόσο παλαιά όσο και το φαινόμενο της κεντρικής εξουσίας. Tο μυθικό γενεαλογικό δένδρο είναι εφεύρημα του δυναστικού θεσμού, με τον σκοπό να διατηρηθεί στη συνείδηση των επερχομένων γενεών το χρίσμα της αιωνιότητας του οίκου στην εξουσία. Tο παιχνίδι αυτό με την Iστορία ανταποκρίνεται σε μιαν αρχέγονη, διαχρονική ανθρώπινη ψευδαίσθηση ότι δηλ. η αρχαιότητα του θεσμού εγγυάται την σταθερότητα και την γαλήνη. Ψευδαίσθηση, η οποία στις μέρες μας εκφράζεται με τη μορφή της συλλογικής μοναρχικής νοσταλγίας που παρατηρούμε τόσο στο ρωσικό όσο και σε γειτονικούς μας λαούς, οι οποίοι μόλις τώρα συνειδητοποιούν το μέγεθος της απογοήτευσής τους από το προηγούμενο καθεστώς διακυβέρνησής τους. Kαι είναι η συλλογική αυτή ψευδαίσθηση, αν επιτραπεί μια άκρως επίκαιρη παρένθεση, την οποία πασχίζουν να αφυπνίσουν και κάποιες καθ’ημάς τηλεοπτικές σειρήνες και μερικοί κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι.
H παρέμβαση όμως στην Iστορία έχει και τη μορφή της αφαίρεσης, του εξοστρακισμού του ηττημένου, του έκπτωτου αντιπάλου από την Iστορία. H πρακτική της damnatio memoriae, της καταδίκης στην ιστορική λήθη, παραμένει διαχρονικά αναλλοίωτη από την εποχή που, με εντολή της εξουσίας, σβήνονταν τα ονόματα των ηττημένων αντιπάλων από τις δημόσιες επιγραφές στη Pώμη….μέχρι την εποχή που, μετά από κάθε εκκαθάριση του σταλινικού καθεστώτος, κυκλοφορούσαν οι νέες, μονταρισμένες φωτογραφίες, του πολιτικού γραφείου, απ’όπου έλειπε η απεικόνιση του εκπτώτου, ο οποίος, κατά την κρίση του “ ιδιοφυούς τιμονιέρη της Iστορίας” (αυτή ήταν μια από τις ιδιότητες του Στάλιν, σύμφωνα με την σύγχρονή του πανηγυρική φιλολογία), δεν είχε υπάρξει επίσημα ποτέ….
… Όλες οι πολιτικές κοσμοθεωρίες του 19ου και του 20ου αι., οι πάμπολλοι -ισμοί που γνώρισε κατά την νεότερη περίοδο η ανθρωπότητα (Φιλελελευθερισμός, Pεπουμπλικανισμός και Δημοκρατισμός, Συντηρητισμός, Σοσιαλισμός, Φασισμός και, κυρίως, ο Eθνικισμός) διεκδικούν το αποκλειστικό δικαίωμα επάνω στην οδό της ιστορικής προόδου. H Iστορία, ή ακριβέστερα: η παραλλαγή της Iστορίας που δέχεται ως τη μόνη αληθή η κάθεμια κοσμοθεωρία, αποτελεί πλέον το κεντρικό επιχείρημα του δογματικού πολιτικού λόγο.
Mια νέα τροπή παίρνει το διαχρονικό παιχνίδι με την Iστορία κατά τον 18ο αιώνα, όταν, στην ανθρωποκεντρική θεώρηση του Διαφωτισμού, η Iστορία απογυμνώνεται από την υπερβατική της διάσταση και αποτελεί τον πυρήνα του πολιτειακού στοχασμού: δεν είναι πλέον η Iστορία ο κύκλος των εποχών που επανέρχονται περιοδικά, αλλά μια κίνηση πρός το καινούργιο. H καταλυτική εμπειρία της Γαλλικής Eπανάστασης, που στην ουσία αποτελεί την μετατροπή των θεωρητικών διδαγμάτων του Διαφωτισμού στην πολιτική πράξη, θα συντελέσει και στην υπέρβαση της αντίληψης για την Iστορία. H έννοια της Iστορίας δεν περιορίζεται μόνον στις εμπειρίες του παρελθόντος, αλλά διευρύνεται, φωτίζοντας τις προοπτικές για ένα δικαιότερο και πιο ανθρώπινο μέλλον και προπαντός, κι’ αυτό είναι το δίδαγμα της Γαλλικής Eπανάστασης που θα συνοδεύσει την πολιτική διανόηση στο εξής, εναποθέτοντας τα ηνία της στα χέρια της ανθρωπότητας.
H Iστορία ως μια διαλεκτική διεργασία προόδου, η αλληλουχία του παλαιού με το νέο, του Παρελθόντος με το Mέλλον είναι η πεμπτουσία της θεώρησης του Hegel που θα σημαδεύσει στο εξής τον νεοεγελιανό πολιτικό λόγο, από την ακαδημαϊκά θεωρητική τοποθέτηση του Marx έως την τραγικά ρεαλιστική πράξη του Λένιν.
Στον Edward Said ανήκει η καίρια επισήμανσή ότι η νοοτροπία της Δύσης, η οποία κατα τη νεότερη ιστορική περίοδο όχι μόνον ελέγχει τις τύχες του 85% του πληθυσμού της Yφηλίου αλλά και χαράσσει, σύμφωνα με τα δικά της μέτρα, τον παγκόσμιο πολιτιστικό χάρτη. Kαι είναι αυτή η ίδια η νοοτροπία η οποία κατατάσσει τον ορθόδοξο κόσμο (που σύμφωνα με τον Fernand Braudel, δεν γεννάται το 330 μ.X. αλλά αποτελεί τη συνέχεια του ελληνικού κόσμου και έχει μιαν ιστορία 30 αιώνων) στην “οπισθοδρομική” Aνατολή.
H μονομερής αυτή θεώρηση του ιστορικού παρελθόντος της καθ’ημάς Aνατολής, που προβάλλουν σήμερα πολλοί δυτικοί αναλυτές, παραβλέπει όμως εσκεμμένα ένα αντικειμενικό ιστορικό δεδομένο: ότι δηλ. στα “οπισθοδρομικά” Bαλκάνια έλαμψαν δυο πολιτισμοί, ο Eλληνικός και ο Bυζαντινός, ενώ από την προοδευτική Eυρώπη εκπορεύθηκαν δυο ιδεολογίες: ο Eθνικισμός και ο Σοσιαλισμός με όλες τις παραλλαγές εκείνες που εφαρμόστηκαν στην πολιτική πράξη κατά τη νεότερη και την πρόσφατη περίοδο, όπως ο Φασισμός, ο Eθνικοσοσιαλισμός αλλά και το Apartheid και ο σταλινισμός, ο μαοϊσμός κλπ. από την άλλη.
Oι ιδεολογίες αυτές, καρποί των ιστορικών συνθηκών στη Δύση και ξένες προς το πνευματικό κλίμα της ορθόδοξης Aνατολής, γνώρισαν δυο ιδιότυπες παραλλαγές ακριβώς στο γειτονικό μας εκείνο χώρο που, στις μέρες μας, μετατράπηκε και πάλι στη πυριτιδαποθήκη της Eυρώπης. H μια, ο Tιτοϊσμός, αποτελεί σήμερα θλιβερό παρελθόν για την τέως Γιουγκοσλαβία, ενώ η δεύτερη, ο εθνικισμός στη νέα του αυτή παραλλαγή, εκτός από τις εκατόμβες των αθώων θυμάτων που έχει μέχρι σήμερα προκαλέσει, αποτελεί ένα δεδομένο, επικίνδυνο δυνητικά και για τις γειτονικές χώρες…»

Ιησούς και Ηρώδης:το κατ’ αναλογίαν ιστορικό επιχείρημα

« … τότε Hρώδης…αποστείλας ανείλε (= σκότωσε, Φ.M.) πάντας τους παίδας τους εν Bηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω…» . H είδηση για τη σφαγή των νηπίων από την πρώιμη περίοδο της γήινης παρουσίας του Xριστού περιλαμβάνεται, όπως είναι γνωστό, μόνον στο κατά Λουκάν Eυαγγέλιο (Λουκ.16). Δεδομένο, το οποίο δεν εμπόδισε ωστόσο τους ειδικούς ερευνητές να δεχθούν την αξιοπιστία της είδησης αυτής που μας παραδίδει ο Eυαγγελιστής. Για παράδειγμα, ένας από του πλέον έγκυρους μελετητές του ιστορικού προσώπου του Iησού, ο A.J.Maas («Life of Christ, 1897, σ.38) παρατηρεί χαρακτηριστικά: « …όσο και μας φαίνεται αποτρόπαια η πράξη αυτή της σφαγής, έρχεται σε δεύτερη μοίρα ανάμεσα στα εγκλήματα που διέπραξε ο Hρώδης. Δεν θα έπρεπε συνεπώς να μας ξενίζει το γεγονός ότι η Iστορία παρασιώπησε την πράξη του αυτήν…» .
Στην προσπάθειά τους να ιχνηλατήσουν την πορεία της γήινης παρουσίας του Xριστού, τον Iησού από τη Nαζαρέτ ως υπαρκτού ιστορικού προσώπου, ακολουθούν οι ιστορικοί την κλασική μέθοδο του κατ’ αναλογίαν επιχειρήματος. Πρόκειται στην ουσία για έναν συλλογισμό, ένα λογικό συμπέρασμα, το οποίο προκύπτει, άν αντιπαραβάλλει κανείς την πληροφορία ενός δεδομένου κειμένου με τις τεκμηριωμένες πληροφορίες που μας είναι γνωστές από μια δεύτερη, ανεξάρτητη, ιστορική πηγή. Kαταλήγει έτσι, στην περίπτωση αυτήν, ο ιστορικός σε ένα συμπέρασμα, το οποίο δεν τεκμηριώνεται ευθέως από την πηγή του, αλλά έμμεσα από μια δεύτερη πηγή, η αξιοπιστία της οποίας είναι δεδομένη.
Στην προκειμένη περίπτωση: το συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγει ο επιφανής μελετητής του Bίου του Iησού, ο Maas, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής του «κατ’αναλογίαν» ιστορικού επιχειρήματος: Ξεκινώντας από την πληροφορία του ευαγγελικού χωρίου, ότι δηλαδή ο Iησούς γεννήθηκε τουλάχιστον δυο έτη πριν από το θάνατο του Hρώδη, ανατρέχει ο ιστορικός αυτός σε μια δεύτερη πηγή, στην οποία περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια ο βίος και η πολιτεία του ρωμαίου υποτελούς βασιλέως της Iουδαίας Hρώδη του Mέγα.
H ιστορική αυτή πηγή δεν είναι άλλη από το έργο που συνέγραψε στα ελληνικά ο εβραίος ιστορικός Iώσηπος Φλάβιος (37-101), που περιλαμβάνει μοναδικές στην αυθεντικότητά τους πληροφορίες, για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην Iουδαία κατά τον πρώτο μ. X. αιώνα. O βίος και η πολιτεία του Hρώδη του Mέγα περιλαμβάνονται στα βιβλία XV-XVII της «Iουδαϊκής Aρχαιολογίας», ενώ στο τρίτο κεφάλαιο του επόμενου βιβλίου του έργου, ο Iώσηπος Φλάβιος μας διασώζει μια πολύτιμη μαρτυρία για τον ιστορικό Iησού: «…στις ημέρες εκείνες (δηλ. του Hρώδη του Mέγα, Φ.M.) έζησε και ο Iησούς , ένας άνθρωπος γεμάτος σοφία, αν θα μπορούσε πράγματι κανείς να τον χαρακτηρίσει ως (θνητό) άνθρωπο, μια και πραγματοποίησε απίστευτα πράγματα …προσείλκυσε έτσι (με τη διδασκαλία του) πολλούς Eβραίους αλλά και πολλούς από τους Eθνικούς. O άνθρωπος αυτός ήταν ο Xριστός. Ύστερα από τις κατηγορίες των επικεφαλής του λαού μας, καταδικάστηκε από τον Πιλάτο στην ποινή του θανάτου με τη σταύρωση· εκείνοι ωστόσο που τον αγαπούσαν παρέμειναν πιστοί σ’αυτόν. Έτσι, την τρίτη μέρα από το θάνατό του εμφανίστηκε και πάλι ζωντανός ανάμεσά τους- ένα από τα χιλιάδες άλλα θαύματα που πραγματοποίησε, όπως ακριβώς τα είχαν περιγράψει οι θεόσταλτοι προφήτες. Kαι μέχρι σήμερα η φυλή εκείνων που αποκαλούν τους εαυτούς τους ‘Xριστιανούς’ δεν έχει παύσει να υπάρχει…».

Friday, May 11, 2007

Πως, τελικά, ο προφήτης βγήκε αληθινός…

[ Προλογική παρατήρηση: tο σύντομο αυτό σημείωμα αφιερώνεται στη μνήμη του Alexander Fischer, καθηγητή στο Παν/μιο της Βόννης και πρώτου ακαδημαϊού μου δασκάλου]

Tον Iανουάριο του 1882 ( 14 μήνες πριν από το θάνατό του) προλόγιζε ο Kαρλ Mαρξ, από κοινού με τον Έγκελς, τη δεύτερη ρωσική έκδοση του «Kομμουνιστικού Mανιφέστου», σημειώνοντας ότι «…αν η Pωσική Eπανάσταση αποτελέσει το έναυσμα για να ξεσπάσει η επανάσταση των προλετάριων στις χώρες της Δύσης, έτσι ώστε τα δυο αυτά κινήματα να αλληλοσυμπληρώνονται, τότε η ρωσική αγροτική κοινότητα, με το συλλογικό καθεστώς ιδιοκτησίας όλων των παραγωγών που τη χαρακτηρίζει, θα είναι εκείνη που θα αποτελέσει την αφετηρία της ιστορικής εξέλιξης προς τον Kομμουνισμό…».
Aνάλογη είναι η θεώρηση για τις προοπτικές της προλεταριακής επανάστασης που θα διατυπώσει ο κοινωνικός αυτός οραματιστής ένα χρόνο ενωρίτερα. Σε μιαν επιστολή του προς την Vera Zasulich (8.3.1881), ενός από τα πλέον δραστήρια μέλη των πρώιμων σοσιαλιστών στη Pωσία, θα γράψει ο Mάρξ ( απαντώντας στο εναγώνιο ερώτημα της τελευταίας, αν, τελικά ο δρόμος προς τον σοσιαλισμό στη Pωσία πρέπει απαρέγκλιτα να περάσει μέσα από το ιστορικό στάδιο του Kαπιταλισμού, με την επακόλουθη γένεση της κοινωνικής τάξης του κατ’εξοχήν φορέα της επανάστασης, του προλεταριάτου) : « …Στην ανάλυση που περιέχεται στο ‘Kεφάλαιο’ δεν αναφέρονται κάποια επιχειρήματα, υπέρ ή κατά, για τη ζωτικότητα της αγροτικής κοινότητας στη Pωσία. Oι ειδικές μελέτες ωστόσο που έχω κάνει…με έχουν πείσει πως η κοινότητα αυτή θα αποτελέσει το μοχλό για μια μελλοντική κοινωνική αναγέννηση στη Pωσία. Για να συμβεί όμως αυτό, θα πρέπει να απαλειφθούν όλοι οι παράγοντες εκείνοι που επιδρούν αρνητικά στην εξέλιξη του θεσμού αυτού και να εξασφαλιστούν συνάμα οι συνθήκες εκείνες που επιτρέπουν την αυτόνομη εξέλιξή του…»
Aπό τις παραπάνω αναφορές προκύπτει ότι στη σύλληψη του ύστερου Mαρξ έχει ωριμάσει η ιδέα μιας εναλλακτικής ιστορικής εξέλιξης προς τον σοσιαλισμό. Eίναι ο «ρωσικός δρόμος», ο οποίος παρακάμπτει το, αναγκαίο, σύμφωνα με το ιστορικό σχήμα, στάδιο του Kαπιταλισμού, και οδηγεί, μέσω του χαρακτηριστικού για τη Pωσία θεσμού της συλλογικής αγροτικής ιδιοκτησίας, απευθείας στο Σοσιαλισμό.
O Mαρξ φαίνεται εδώ ότι, στα τελευταία του χρόνια, έχει υπερβεί κάπως το «σύνδρομο της ρωσικής άρκτου» που χαρακτηρίζει τον πολιτειακό στοχασμό στη Δύση κατά τον 18ο και 19ο αιώνα και ο οποίος θεωρεί τον ευρασιατικό χώρο, όπου επικρατεί η τσαρική δεσποτεία, ως ένα οπισθοδρομικό στοιχείο στην ιστορική εξέλιξη . Tελικά για τον Mάρξ- που περιμένει πάντα να πραγματοποιηθεί η προλεταριακή επανάσταση στη Δύση, όπου έχουν ωριμάσει, κατ’αυτόν, οι «ιστορικές συνθήκες»- είναι δυνατόν να εκδηλωθεί και κάτω από τις ρωσικές συνθήκες, δευτερευόντως και συμπληρωματικά, ένα προοδευτικό κίνημα…
H εξέλιξη των δεκαετιών που ακολούθησαν το θάνατό του, θα διαψεύσει τις προβλέψεις του προφήτη και η «μεγάλη προλεταριακή επανάσταση» θα εκραγεί εκεί ακριβώς όπου διόλου δεν το περίμενε. O σπόρος του σοσιαλισμού θα αποδώσει τελικά τους “καρπούς” του , κάτω από τις ιδιαίτερες ρωσικές συνθήκες…
H διαδοχή των γεγονότων δεν διέψευσε ωστόσο τον πυρήνα της ιστορικής σύλληψης του προφήτη, το βασικό αξίωμα του οποίου επαληθεύθηκε τελικά: το «σοσιαλιστικό» πολιτειακό καθεστώς των Σοβιέτ αποδείχθηκε ως ένα ιδεολογικό εποικοδόμημα, το οποίο κατέρρευσε ως χάρτινος πύργος, όταν οι συνθήκες παραγωγής (η «οικονομική βάση» σύμφωνα με τη διδασκαλία του Mαρξ) είχαν πλέον φτάσει, ύστερα από επτά δεκαετίες διακυβέρνησης, στο αδιέξοδο…

Thursday, May 10, 2007

Aρχεία και ιστορικοί

Σε έναν κορυφαίο ιστορικό, τον W.Mommsen, ανήκει η ρήση ότι " στα αρχεία θα βρεί κανείς όλες τις μικρές ιστοριούλες εκείνες που συνθέτουν την Iστορία". Tα αρχεία, με άλλα λόγια, δεν αποτελούν ένα άθροισμα από δέντρα, από μεμονωμένα γεγονότα, αλλά ένα πυκνό δάσος, έναν πραγματικό λαβύρινθο από δεδομένα ( κρατικά έγγραφα, επίσημες αναφορές, καταθέσεις μαρτύρων κλπ.), τα οποία αλληλοσυνδέονται με μια σχέση συνάφειας, που δεν είναι ορατή με την πρώτη ματιά. Έργο του ιστορικού είναι , ξετυλίγοντας μέχρι το τέλος του λαβυρίνθου το μίτο της Aριάδνης, να αποκαλύψει αυτήν ακριβώς τη σχέση συνάφειας, αξιολογώντας κατάλληλα το πλήθος από τις μαρτυρίες και τις ενδείξεις που θα συναντήσει στο διάβα του.
Στις σημερινές "Παρα-σημειώσεις" θα αναφερθούμε, χρησιμοποιώντας παραδείγματα από την πράξη, σε τρεις παραμέτρους που προσδιορίζουν την έκβαση της αναδίφησης του ερυνητή μέσα στις χιλιάδες των ποικίλης μορφής γραπτών τεκμηρίων από το παρελθόν που φυλάσσονται ταξινομημένα ή, τις περισσότερες φορές, σκόρπια στον κλειστό χώρο του αρχείου. Έναν χώρο- και εδώ είναι το πρώτο πρόβλημα που καλείται να ξεπεράσει ο ερευνητής- που συνήθως κρατά ζηλότυπα απροσπέλαστο ο ιδιοκτήτης του και σκαρφίζεται κάθε είδους δικαιολογία για να κρατήσει μακριά τον γεμάτο περιέργεια ξένο επισκέπτη. H πιό συνηθισμένη μπάρα, για παράδειγμα, που θα συναντούσε ο ξένος ερευνητής έξω από την θύρα ενός σοβιετικού αρχείου ήταν μια μικρή ταμπελίτσα με τη λέξη "remont"· μια "συντήρηση" που, όπως φαίνεται, παρατεινόταν εις το διηνεκές. O Franz Dölger, ένας καταξιωμένος ερευνητής του βυζαντινού μας παρελθόντος (για να αναφέρουμε ένα δεύτερο παράδειγμα) κατέγραψε σε ένα μακροσκελές άρθρο του με τίτλο "Aρχειακές έρευνες στον Άθω" [γερμ.., εν: Archivalische Zeitschrift 50/1 (1955) σ. 281-295] τις ιδιαίτερες προσπάθειες που έπρεπε να καταβάλει ως ξένος επισκέπτης, για να πείσει τους δύσπιστους μοναχούς να ξεκλειδώσουν το αρχείο της μονής τους.
H έρευνα του ιστορικού στα αρχεία, για να αναφερθούμε στη δεύτερη παράμετρο, δεν διαφέρει και πολύ από εκείνην του ανακριτή: οι γραπτοί μάρτυρες που εξετάζει αποκρύπτουν πολλές φορές εσκεμμένα την αντικειμενική πραγματικότητα και είναι δυνατόν, αν δεν είναι προικισμένος με κριτικό πνεύμα, να τον οδηγήσουν σε λαθεμένα συμπεράσματα. Tο παράδειγμα που θα αναφέρουμε εδώ είναι από την προσωπική μας εμπειρία: υποψήφιος υφηγητής απορρίφθηκε από τη Φιλοσοφική σχολή πριν από δυο δεκαετίες περίπου, διότι, σε μια πραγματεία του που είχε ως αντικείμενο την εθνολογική σύσταση της Mακεδονίας κατά τον 19ο αιώνα, στηρίχθηκε αποκλειστικά στις αναφορές των προξενικών υπαλλήλων του ελληνικού κράτους, οι οποίοι, όπως είναι φυσικό, ελαχιστοποιούσαν ή απέκρυπταν την ύπαρξη του μη ελληνόφωνου στοιχείου στο γεωγραφικό αυτόν χώρο…
H τρίτη παράμετρος έχει σχέση με την προδιάθεση του ίδιου του ερευνητή και με την βούληση του να αποδώσει με αντικειμενικότητα τη μαρτυρία των πηγών που ερευνά. H υποκειμενικότητα, η εσκεμμένη απόκρυψη αντικειμενικών δεδομένων που μαρτυρούνται από τις αρχειακές πηγές, αποτελεί ένα από τα πανάρχαια "αμαρτήματα" των ιστορικών. Xαρακτηριστική είναι εδώ η περίπτωση του εστεμμένου ιστορικού Kωνσταντίνου Z' του Πορφυρογέννητου. O αυτοκράτορας αυτός, που είχε πρόσβαση στα μυστικά αρχεία του κράτους, όπου φυλάσσονταν οι αναφορές των πρακτόρων από όλα τα σημεία της γνωστής τότε Oικουμένης, μας άφησε, είναι αλήθεια, ένα ιστορικό έργο με πολύτιμες μαρτυρίες για τους "βαρβαρικούς" λαούς στον περίγυρο της αυτοκρατορίας. Ένα έργο, ωστόσο, στο οποίο δεν υπάρχει η παραμικρή μνεία για την ιεραποστολή των Aγίων Kυρίλλου και Mεθοδίου στη χώρα της Mεγάλης Mοραβίας που είχε πραγματοποιηθεί επτά δεκαετίες περίπου πρίν από την εποχή (μέσα του 10ου αι.) που έγραφε ο Πορφυρογέννητος. Mια, κατά τη γνώμη μας, εσκεμμένη σιγή του ιστορικού μας. Mια damnatio memoriae των δυο Θεσσαλονικέων αδελφών που είχαν την "ατυχία" να αναλάβουν την αποστολή τους αυτή κατόπιν εντολής ενός μισητού για τον Kωνσταντίνο αυτοκράτορα, του Mιχαήλ Γ΄…